Η κρίση στην Τουρκία επιδρά στις εξελίξεις
23.03.08

ΤΟΥ ΚΩΣΤΑ ΓΕΝΝΑΡΗ

Για άλλη μια φορά η εσωτερική κατάσταση στην Τουρκία φαίνεται να επηρεάζει καθοριστικά τις εξελίξεις στο Κυπριακό. Τώρα που κατά την εκτίμηση της διεθνούς κοινότητας έχουν δημιουργηθεί, με την εκλογή του Δημήτρη Χριστόφια, προϋποθέσεις επιτυχίας μιας νέας προσπάθειας επίλυσης του Κυπριακού, στην Τουρκία ξέσπασε μια ακόμα πολιτική κρίση. Η οποία αυτή τη φορά αγγίζει όλα τα ζητήματα που συνθέτουν το ζητούμενο μιας εκδημοκρατικοποίησης του κράτους και του συστήματος στην Τουρκία, αλλά και το ερώτημα: ποιος επιτέλους κυβερνά στη χώρα αυτή; Και μέχρι που μπορεί να φτάσει το όλο και περισσότερο αποθρασυνόμενο βαθύ κράτος;

Από την Παρασκευή 14 Μαρτίου η κυβέρνηση, το κράτος, η Βουλή, τα κόμματα όλα ακόμα και ο στρατός δεν ασχολούνται με τίποτα άλλο παρά μόνο με την απόφαση του Γενικού εισαγγελέα να ζητήσει την διάλυση του κυβερνώντος κόμματος ΑΚΡ και την αφαίρεση των πολιτικών δικαιωμάτων 71 στελεχών του κόμματο αυτού, περιλαμβανομένου του Πρωθυπουργού Ταγίπ Έρντογάν, υπουργών του, βουλευτών και κομματικών αξιωματούχων, αλλά επίσης περιλαμβανομένου του Προέδρου της χώρας. Με την κατηγορία ότι απεργάζονται την κατάλυση του κοσμικού χαρακτήρα της χώρας. Η απόφαση του Γενικού Εισαγγελέα έχει παραπεμφθεί στο Συνταγματικό Δικαστήριο, το οποίο καλείται σήμερα να αποφασίσει για το πολιτικό μέλλον της χώρας στη βάση δύο υποθέσεων: της καταγγελίας του Γενικού Εισαγγελέα και της υπόθεσης της μαντίλας, κατά πόσο δηλαδή θα επιτραπεί η χρήση της σε πανεπιστημιακούς χώρους.

Επανέρχεται με άλλα λόγια η διαμάχη μεταξύ κεμαλισμού και του πολιτικού Ισλάμ στην Τουρκία. Μια διαμάχη η οποία, σύμφωνα με όλα τα δημοσιεύματα και τις αναλύσεις στον Τουρκικό Τύπο φαίνεται να παραλύει και το κράτος και κάθε άλλη πολιτική δραστηριότητα. Και δικαιολογημένα όταν ένα κόμμα που κατόρθωσε να συγκεντρώσει το 47% των ψήφων στις πρόσφατες εκλογές και να ελέγχει το 61% των βουλευτικών εδρών, ακυρώνεται, όταν ο Πρόεδρος και ο Πρωθυπουργός απειλείται με αφαίρεση των πολιτικών τους δικαιωμάτων, όντως η χώρα έχει εισέλθει σε περίοδο εσωτερικού πολέμου, όπως έγραψε ένας Τούρκος αναλυτής.

Το μεγάλο ερώτημα που απασχολεί τους Τούρκους αναλυτές είναι κατά πόσο ο Γενικός Εισαγγελέας θα μπορούσε να κινηθεί μόνος τους σε ένα τόσο σοβαρό ζήτημα, ή ενήργησε σε συντονισμό με άλλους. Και ποιους; Και μάλιστα σε μια χρονική περίοδο που φαινόταν ο Έρντογαν να είχε βρει ένα σύστημα λειτουργικής σχέσης με τους στρατηγούς. Τι μπορεί να σημαίνει για τις εξελίξεις στο Κυπριακό αυτή η κατάσταση;

Η εκλογή του Δημήτρη Χριστόφια φάνηκε να προκαλεί μια σύγχυση στους κόλπους της Τ/Κ ηγεσίας. Ο Μεχμέτ Αλί Ταλάτ παρέπαιε στις εκτιμήσεις του για το εκλογικό αποτέλεσμα, το οποίο προφανώς δεν ανέμενε και προσπαθούσε να κερδίσει πόντους με αψυχολόγητες δηλώσεις για να καθορίσει το πλαίσιο οποιασδήποτε νέας προσπάθειας. Η κατάσταση για τον ίδιο άλλαξε κάπως με την επίσκεψη του στην Άγκυρα και τις συσκέψεις με τον Πρόεδρο και τον Πρωθυπουργό της χώρας. Και επέστρεψε στην Κύπρο επιβεβαιώνοντας ουσιαστικά ότι βρίσκεται υπό αυστηρή επιτήρηση και έχοντας στο χέρι σαφής και αυστηρές εντολές για τη στάση που θα τηρήσει.

Σήμερα ωστόσο, με την προσοχή της Άγκυρας να είναι απόλυτα επικεντρωμένο στον «εσωτερικό πόλεμο», ο Ταλάτ έμεινε χωρίς συνομιλητή στην Άγκυρα. Χωρίς την ίδια στιγμή να έχει την διάθεση ή την τόλμη να αποπειραθεί να καλύψει το κενό με δικές του αποφάσεις και ενέργειες πέρα από εκείνες που εντάσσονται στο πλαίσιο των εντολών του. Γεγονός, ωστόσο, που μειώνει ακόμα περισσότερο την αξιοπιστία του ανάμεσα στους Τ/Κ οι οποίοι τον παρακολουθούν με αγωνία να καταντά έρμαιο των εξελίξεων στην Τουρκία.

Μέσα σε αυτά τα δεδομένα πραγματοποιήθηκε η συνάντηση της Παρασκευής με τον Πρόεδρο Χριστόφια. Και με μια εικόνα που προκάλεσε ο Δημήτρης Χριστόφιας ενώπιον Ε/Κ, Τ/Κ και ξένων δημοσιογράφων, στη συνέντευξη Τύπου της περασμένη Τετάρτης και η οποία προσφέρει στους Τ/Κ ένα μέτρο σύγκρισης.

Θετικός, ήπιος διαλεκτικός και πάνω από όλα ειλικρινής. Αλλά το πιο σημαντικό ήταν το γεγονός ότι για πρώτη φορά στην ιστορία της Κυπριακής Δημοκρατίας ο Πρόεδρος της εμφανίστηκε να είναι και να ενεργεί και να σκέφτεται ως Πρόεδρος ΟΛΩΝ των Κυπρίων. Μια εικόνα που κερδίζει πόντους για τον Δημήτρη Χριστόφια όχι σε βάρος του Ταλάτ, αλλά υπέρ της αξιοπιστίας του ανάμεσα στους απλούς Τ/Κ. Για να αντιμετωπίσει το φαινόμενο αυτό οι κύκλοι του Ταλάτ κατέφυγαν στη διαστρέβλωση των δηλώσεων του Προέδρου Χριστόφια, εμφανίζοντας τον να ζητεί από τον Ταλάτ να οργανώσει ανταρσία κατά της Τουρκίας, ως να μη γνωρίζει το ρόλο των στρατηγών στον απόλυτο έλεγχο των κατεχομένων. Άλλωστε, η επίσκεψη του στρατηγού Μπουγιούκανιντ ακριβώς την ώρα του «εσωτερικού πολέμου» στην Τουρκία, δεν αφήνει πολλά περιθώρια ελιγμών του Ταλάτ για χάρη των Τ/Κ. Ο στρατός, γράφει στη Ραντικάλ ο Μουράτ Γιετκίν, «δεν υψώνει τη φωνή του και υπάρχει κάποια ευχαρίστηση διότι όλα όσα έχει πει κατά καιρούς και τα οποία θεωρήθηκαν ως «επέμβαση στην πολιτική», έχουν μεταφερθεί και σε δικαστικό επίπεδο».

Θετικός είναι ο αντίκτυπος της συνέντευξης Τύπου του Προέδρου Χριστόφια, ο οποίος, ενώπιον τ/κ δημοσιογράφων, εμφανίστηκε θετικός, ήπιος, διαλεκτικός και πάνω από όλα ειλικρινής. Το πιο σημαντικό ήταν το γεγονός ότι για πρώτη φορά στην ιστορία της Κυπριακής Δημοκρατίας ο Δ. Χριστόφιας της εμφανίστηκε να είναι και να ενεργεί και να σκέφτεται ως Πρόεδρος όλων των Κυπρίων. Ροκάνισμα του χρόνου Το ερώτημα είναι πώς θα αντιμετωπίσει τις εξελίξεις ο Ταλάτ αν η κρίση αυτή στην Τουρκία συνεχιστεί. Χωρίς πυξίδα, χωρίς προσανατολισμό, χωρίς συγκεκριμένες εντολές για συγκεκριμένα ζητήματα. Και δεν φαίνεται πρόθυμος να διακινδυνεύσει μια νέα τριβή με τους στρατηγούς τώρα που κατόρθωσε να εξομαλύνει τις σχέσεις του με αυτούς.

Το κενό στην τουρκική πλευρά υπάρχει σήμερα. Δυστυχώς. Η αρχική στρατηγική του ροκανίσματος του χρόνου ώστε να κερδίσει η Τουρκία αυτά που επιδιώκει βραχυπρόθεσμα σε σχέση με τους ευρωπαϊκούς της πόθους, υπηρετείται με αυτή την εξέλιξη. Όχι όμως και ο στρατηγικός στόχος της προσαρμογής στα ευρωπαϊκά δεδομένα και της τελικής ένταξης. Με αποτέλεσμα ακόμα και τα σχέδια των Ευρωπαίων να πλήττονται με τέτοιες εξελίξεις. Και συνεπώς το ερώτημα αφορά τη συμπεριφορά του λεγόμενου διεθνούς παράγοντα. Πως θα ενεργήσει μπροστά στις εξελίξεις αυτές; Προς ποια πλευρά θα στραφεί η προσοχή του για να διατυπώσει τις «υποδείξεις» του και τις «συμβουλές» του; Πόσο διατεθειμένος είναι να κινήσει τους μοχλούς που διαθέτει προκειμένου να προφυλάξει όσα έχει κατοχυρώσει στην Τουρκία και συνεπώς να επηρεάσει την έκβαση του «εσωτερικού πολέμου», ανοίγοντας νέους δρόμους και στο Κυπριακό και στις ευρωπαϊκές προοπτικές της Τουρκίας ως κίνητρο για τον εξευρωπαϊσμό της;

ΦΙΛΕΛΕΥΘΕΡΟΣ