Διάφανο εφημεριδόχαρτο
29.09.08
  Τις τελευταίες μέρες με τέτοιους ποδοσφαιρικούς όρους διεξάγεται ένας πλειστηριασμός από πλευράς εκδοτών για την εξασφάλιση συντακτών από αντίπαλες εφημερίδες. Ο αντίλογος ότι πρόκειται για ελεύθερη αγορά, όπου ο κάθε παίχτης προσπαθεί να τεθεί σε θέση ισχύος, δεν είναι ακριβώς έγκυρος, διότι ο μηχανισμός αυτής της προσπάθειας προϋποτίθεται από την οφειλή της διαφάνειας.
(Από τον «Πολίτη»)  

Του Μιχάλη Θεοδώρου *

Ιδανικά, η δημοσιογραφία ασκείται με σκοπό την έκθεση όλων όσα είτε αφορούν στη δημόσια σφαίρα, είτε αναφέρονται σε αυτήν. Η επαρκής δημοσιογραφία καταγράφει τα γεγονότα στα κοινωνικά πεδία της πολιτικής, της οικονομίας και του πολιτισμού. Η καλή δημοσιογραφία ελέγχει το βαθμό επικάλυψής τους. Για να γίνεται όμως απρόσκοπτα αυτός ο έλεγχος, θα πρέπει να οριστεί με σαφήνεια ο τόπος, από όπου η δημοσιογραφία εκφέρεται. Παρακείμενη των κοινωνικών πεδίων, η δημοσιογραφία οφείλει να αποδεικνύει ένα βαθμό ανεξαρτησίας και, πρωτίστως, να καθιδρύει μια διάφανη σχέση με την κοινή γνώμη, στην οποία απευθύνεται. Εφόσον οι πόροι των δημοσιογραφικών οργανισμών προκύπτουν από την πώληση διαφημιστικού χρόνου για τα ηλεκτρονικά Μέσα και διαφημιστικού χώρου για τα έντυπα, τότε οι όροι, κάτω από τους οποίους διεξάγονται οι δοσοληψίες με το πεδίο της οικονομίας, θα πρέπει να είναι σαφείς και γνωστοί στην κοινή γνώμη. Μόνο τότε θα μπορεί η δημοσιογραφία να εμφανίζεται ως αξιόπιστη.

Βρίσκομαι για παράδειγμα ενώπιον της εξής αφήγησης: στο συνοικισμό, όπου κατοικεί, ο παππούς μου συνηθίζει τα απογεύματα να πηγαίνει στο καφενείο της γειτονιάς, όπου ξεφυλλίζει αδιάφορα, λίγο πριν να παίξει πιλόττα με τους φίλους του, τις δύο εφημερίδες που αγοράζει κάθε πρωί ο καφετζής. Τους τελευταίους μήνες, ο παππούς μου έχει προσέξει ότι συγκεκριμένη τράπεζα διαφημίζεται μόνο στη μία από τις δύο εφημερίδες, η οποία, σύμφωνα με τον παππού μου, είναι κομματική και με μικρότερη κυκλοφορία από την άλλη εφημερίδα. Η αφήγηση αυτή δεν ανταποκρίνεται στην πραγματικότητα. Όχι γιατί η συγκεκριμένη τράπεζα δεν τηρούσε ψυχροπολεμική πολιτική έναντι συγκεκριμένης εφημερίδας, ούτε γιατί ο παππούς μου δεν συχνάζει σε καφενέδες, αλλά γιατί ουδείς αναγνώστης στην Κύπρο μπορεί να ισχυριστεί ότι γνωρίζει πόσα φύλλα διαθέτει μια εφημερίδα. Με λίγα λόγια, ο Τύπος κρύβει από τους αναγνώστες του το έδαφος πάνω στο οποίο λειτουργεί. Αν μια εφημερίδα πουλά ή κυκλοφορεί λιγότερα από 80.000 φύλλα εβδομαδιαίως, αλλά εμφανίζεται στη βάση φημών στην κοινή γνώμη ότι πουλά διπλάσιο αριθμό φύλλων, τότε οι πωλήσεις διαφημίσεων αυτομάτως εξαγνίζονται στα μάτια της κοινής γνώμης. Ανάλογα, εάν μια εφημερίδα πουλά 80.000 φύλλα κάθε εβδομάδα, αλλά η κοινή γνώμη έχει την εντύπωση ότι πουλά 50.000, η πολύμηνη απουσία ενός μεγάλου επιχειρηματικού οργανισμού από τις σελίδες διαφημίσεών της ούτε εντυπωσιάζει, ούτε υποψιάζει. Ο τρόπος που διεξάγεται το εμπόριο του Τύπου δεν στρέφει καν τον προβληματισμό σε αυτή την κατεύθυνση, με αποτέλεσμα όχι μόνο ο Τύπος να λειτουργεί σε καθεστώς ασυδοσίας, αλλά και το πεδίο της οικονομίας, όσον αφορά στη διαφήμισή του.

Η τηλεόραση, αντίθετα με τις εφημερίδες, έχει κατορθώσει ένα μεγαλύτερο βαθμό διαφάνειας από τον Τύπο. Τα μηχανάκια της AGB επιτρέπουν στους τηλεθεατές να γνωρίζουν ποια τηλεοπτική σειρά είναι πετυχημένη (και άρα συνοδεύεται από ακριβές διαφημίσεις), ποιο δελτίο ειδήσεων είναι το δημοφιλέστερο, και πάει λέγοντας... Αντίθετα, οι αναγνώστες των εφημερίδων μόνο κατά προσέγγιση και στη βάση φημών μπορούν να αναγνωρίσουν ποια εφημερίδα διαβάζεται περισσότερο. Η επικείμενη κυπριακή εκδοχή της "Καθημερινής" βάζει ακόμα έναν παίχτη στην αγορά του Τύπου, καθιστώντας επιτακτικότερη από ποτέ τη διασαφήνιση των όρων του παιχνιδιού. Όχι μόνο γιατί θα πρέπει οι αναγνώστες να μπορούν έστω έμμεσα να συνδέσουν την κυκλοφορία των εφημερίδων με τις διαφημίσεις τους, αλλά γιατί, όσο δεν επιτυγχάνεται αυτή η διασαφήνιση, όλο και περισσότερο οι πρακτικές των δημοσιογραφικών οργανισμών θα προσεγγίζουν αυτές των ποδοσφαιρικών σωματείων. Τις τελευταίες μέρες με τέτοιους ποδοσφαιρικούς όρους διεξάγεται ένας πλειστηριασμός από πλευράς εκδοτών για την εξασφάλιση συντακτών από αντίπαλες εφημερίδες. Ο αντίλογος ότι πρόκειται για ελεύθερη αγορά, όπου ο κάθε παίχτης προσπαθεί να τεθεί σε θέση ισχύος, δεν είναι ακριβώς έγκυρος, διότι ο μηχανισμός αυτής της προσπάθειας προϋποτίθεται από την οφειλή της διαφάνειας. Επειδή ακριβώς πρόκειται για δημοσιογραφία... Τηρουμένων των αναλογιών, θα μπορούσε να ειπωθεί ότι στο ποδόσφαιρο (όπως και στον κινηματογράφο) υποψιαζόμαστε ότι τα χρήματα που δαπανώνται είναι μαύρα, αλλά επειδή πρόκειται για ψυχαγωγία, δεν μας κόφτει. Η δημοσιογραφία όμως δεν είναι μόνο ψυχαγωγία.

Εν τέλει, ο κίνδυνος κάποια στιγμή η ποδοσφαιροποίηση των δημοσιογραφικών οργανισμών να αποτυπωθεί και στο περιεχόμενο της δημοσιογραφίας τους είναι υπαρκτός. Και επειδή μιλούμε για Τύπο και όχι για τηλεόραση, το έλλειμμα δεν θα μπορεί να κρυφτεί πίσω από πρακτικές θεάματος. Οι εφημερίδες θα είναι όπως όταν τοποθετούνται στα τζάμια. Η αντανάκλαση δεν θα επιτρέπει την ανάγνωση και το μελάνι θα παρεμβαίνει στη διαφάνεια.

Πηγή: Πολίτης