Το «πνεύμα» της κυπριακής Εκκλησίας |
19.06.09 | |
Απορώ πως δεν κοκκινίζουν από ντροπή. Απορώ που ανερυθρίαστα προτάσσουν το φιλανθρωπικό έργο την ίδια στιγμή που συμπεριφέρονται ως μικροί τραπεζίτες. Εξανίσταμαι να βλέπω τα χρυσοποίκιλτα ενδύματα, τα πανάκριβα αμάξια, τη χλιδή, την αλαζονεία της δύναμης και της εξουσίας να παραμορφώνει τις αξίες. Διερωτώμαι πώς μπορεί άνθρωπος να υπηρετεί ταυτόχρονα δύο αφέντες, να είναι δούλος Θεού και διάκονος της υλοφροσύνης. (Συγχωρέστε με Άγιοι Πατέρες αν υπερβαίνω τα εσκαμμένα. Αλλά, ο καθείς εφ’ ω ετάχθη). Κάθε φορά που ασκείται κριτική για τις πολυσχιδείς οικονομικές δραστηριότητες της Εκκλησίας, για τον τεράστιο πλούτο που συσσώρευσε αυτός ο μέγα-οργανισμός, η κουβέντα αρχίζει και τελειώνει στο περιλάλητο «φιλανθρωπικό έργο». Αυτή είναι η (μοναδική ίσως) διαλεκτική άμυνα για το επιχειρείν της κυπριακής Εκκλησίας. Μα, μόνο και μόνο αυτός ο πλούτος, αυτό το χρυσάφι που μαζεύεται στα πόδια των πνευματικών ανθρώπων, αυτοί οι μακροπόδαροι αριθμοί, σκανδαλίζουν. Σκανδαλίζουν ακόμα και τις πιο αγνές ψυχές -πόσω δε μάλλον την πλειοψηφία που (συνειδητά ή ασυνείδητα) ξωμακραίνει απ’ το παγκάρι. Αυτή η δύναμη που συγκεντρώνεται στο όνομα της ρασοφόρου διακονίας, θρέφει το ζιζάνιο της αμφιβολίας και του τυχοδιωκτισμού. Αυτός ο πλούτος αποτελεί δέλεαρ και πειρασμό. Είναι στην υλική φύση του ανθρώπου να επιζητεί περισσότερα. Δεν υπάρχει οροφή στην απληστία. Δεν υπάρχει τέλος στην ανάγκη. Σε κάθε επένδυση, στόχος είναι το κέρδος. Για κάθε μετοχή υπάρχει το μέρισμα και σε κάθε πράξη η αντιστοιχία εσόδων-εξόδων. Είναι φυσικό επακόλουθο ότι η υλική δύναμη θα προσελκύσει τυχοδιώκτες, θα διεγείρει τα πάθη πιστών και θα κλονίσει αξίες ανθρώπων. Είναι αναπόφευκτο ότι στη μεσαυλή του εκκλησιαστικού οικοδομήματος, δίπλα στις αγνές και αγαθές προθέσεις της ηγεσίας, θα φυτρώσουν τα ζιζάνια. Ο κανόνας, από αρχαιοτάτων χρόνων, παραμένει ακλόνητος: Ο «χρυσός» έλκει. Μπορεί να θεωρείται άδικο, πολύ άδικο, να κρίνονται άνθρωποι ισοπεδωτικά και απαξιωτικά επειδή τους έλαχε ο κλήρος. Μπορεί να είναι άδικο να συμψηφίζονται συμπεριφορές (και πικρά διδάγματα) του παρελθόντος με τις αντιλήψεις των διαδόχων. Μα την ίδια ώρα είναι φανερό, ότι η κρίση δεν είναι οικονομική. Είναι βαθιά πνευματική. Είναι μια κρίση που διαπερνά το κοινωνικό κραχ, δεν έχει να κάνει με τις οικονομικές αλχημείες, δεν έχει να κάνει με τους μακροπόδαρους αριθμούς, έχει να κάνει με το ρόλο των διακόνων του Θεού. Έχει να κάνει με ένα απλό ερώτημα: «Αυτή είναι η Εκκλησία που θέλουμε;». Ίσως αυτή να είναι η Εκκλησία που μας αξίζει, αλλά και πάλι, δεν δέχομαι, εξανίσταμαι, ότι οι επενδύσεις, οι μετοχές και τα ενοίκια κάνουν τον… παπά. Τον παπά της ενορίας, αυτή την εμβληματική μορφή του λόγιου και του πνευματικού ανθρώπου, του επαναστάτη για το καλό του τόπου, του παπά που δεν γνοιάστηκε για τα χρηματιστήρια των μετοχών, αλλά για την οικονομία των ψυχών. Μπορεί οι καιροί να αλλάξανε, μπορεί να χάσαμε το μέτρο (και κάποιοι να χάθηκαν στο μέτρημα), αλλά το εγκόσμιο λειτούργημα των διακόνων του Θεού είναι αξία άφθαρτη στο χρόνο, μια διαρκής «στατική» κατάσταση: να εμπεδώσουν την πίστη στους ανθρώπους, όχι διά της πληρωμής, αλλά διά του Λόγου (και διά του βίου τους). >> YΣ.: Μακάρι να κουβεντιάζαμε για τον εκχυδαϊσμό των μυστηρίων, την απομάκρυνση των πιστών, τον μοναχισμό στις μέρες μας, τα θρησκευτικά δόγματα, τις προσπάθειες για πανθρησκεία, το ρήγμα με την Καθολική Εκκλησία, τις αιρέσεις και τόσα άλλα που έχουμε να πούμε. Μόνο που η Εκκλησία αυτοπαγιδεύεται στον υλισμό, στα φορολογικά και στα ενοίκια, ωσάν να είναι αυτή η μεγάλη μας ανάγκη. |