Τα copy-paste του έρωτα
02.03.08

Η απόσταση που χωρίζει την ευφορία της συνύπαρξης από το ξεπεσμό της απόρριψης είναι μικρή, πολύ μικρή. Χάος ολόκληρο.

 

Όταν ο άνθρωπος πρωτοπλάθει τη ζύμη, όταν με ένα φύσημα προσπαθεί να φτιάξει ζωή, οι δύο κόσμοι βρίσκονται πιο μακριά και πιο κοντά από ποτέ. Πλησιάζουν και ξεμακραίνουν αυτοστιγμεί, σαν να είναι ένα ψέμα, μα είναι μικρές – μικρές αλήθειες μαζεμένες στο κουβάρι του μυαλού.

Βρίσκουν καταφύγιο στη μέθη και στη λησμονιά. Και αν είναι γλυκό το νέκταρ, αγαπάνε ολάκερο το είναι, όλα μοιάζουν αθάνατα, ευλογημένα, μια Άνοιξη χωρίς Χειμώνα. Στο καταφύγιο, όλα είναι εδώ. Μα, ούτε το τίποτα, μπορεί να ιδωθεί έξω από ‘κει. Δύο δρόμοι που ανταμώνουν στο ίδιο λιμάνι. (Τι ειρωνεία Θεέ μου;)


Μα ακόμα πιο μεγάλη ειρωνεία, σαν κοροϊδία της θνητής φύσης, δείχνει η απόσταση που χωρίζει τους δύο δρόμους. Μια ανάσα, ένα «ναι», ένα «όχι», πολλές φορές αρκεί ένα απλό «ίσως», ένας σπασμός στο πρόσωπο... Και φτιάχνεις θάματα, γκρεμίζεις αγάλματα, ξαναβλέπεις οράματα, αλλάζεις μονοπάτια, όλα πάλι απ’ την αρχή.


Μα όσο περνάει ο καιρός, οι δύο κόσμοι έρχονται πιο κοντά. Πλησιάζουν, φτάνουν απέναντι, γίνονται γείτονες. Πολλές φορές συνυπάρχουν, εναλλάσσονται στους κύκλους των σκέψεων σαν ασταμάτητες σβούρες, τρυπάνε, ανοίγουν νέα βάθη, ψάχνουν στην άβυσσο να βρούνε απαντήσεις. Και γεννάν χίλια ρωτήματα. Και ξεμακραίνουν.


Μένει μονάχα ένα ρήμα, σαν απαρέμφατο να θυμίζει το άτοπο του χρόνου.


χόρχε


υγ: Αν πιστεύει κανείς ότι βρήκε τις απαντήσεις, ας τις κρατήσει για τον εαυτό του. Στον έρωτα δεν υπάρχουν copy-paste.

υγ2: Καλό ταξίδι. Καλή Άνοιξη.