Η μεγάλη πολιτική απάτη |
14.03.08 | |
ΤΟΥ ΑΡΙΣΤΟΥ ΜΙΧΑΗΛΙΔΗ Η συνεχής άρνηση της τουρκικής πλευράς, αλλά προπάντων η επίθεση και η διαστρέβλωση, που δέχθηκε η συμφωνία της 8ης Ιουλίου από πολιτικούς της ελληνοκυπριακής πλευράς, η αισχρή υπόθαλψη ουσιαστικά της μόνης πρακτικής διαδικασίας, που συμφωνήθηκε μετά το 2004 και υποστηρίχθηκε από το Συμβούλιο Ασφαλείας και την Ε.Ε., έχει δημιουργήσει τις συνθήκες για να σκοτώσουν τη συμφωνία. («Όσοι μιλούν για «συμφωνία» της 8ης Ιουλίου συμμετέχουν σε μια πολιτική απάτη», έγραφε σε άρθρα του ο Μιχάλης Παπαπέτρου το Μάιο του 2007, όταν ήθελε να πολεμήσει τον Τάσσο Παπαδόπουλο, γιατί επέμενε στην εφαρμογή της συμφωνίας ενώ οι Τούρκοι προσπαθούσαν να την ανατρέψουν). Τώρα, που βρισκόμαστε μπροστά στα νέα δεδομένα με την μετεκλογική ευφορία να δημιουργεί συνθήκες για να ξεκινήσει νέα διαδικασία, οι μεθοδεύσεις της τουρκικής πλευράς στρέφονται εξ ολοκλήρου στην αναζήτηση τρόπων για να ξεφύγει από αυτή τη συμφωνία. Ορθώς ο Δ. Χριστόφιας επιμένει να υπενθυμίζει ότι αφετηρία των συνομιλιών είναι η 8η Ιουλίου (και ευτυχώς ο Παπαπέτρου και οι άλλοι δεν τον κατηγορούν ακόμα ότι «συμμετέχει σε μια πολιτική απάτη») αλλά είναι φανερό ότι ο Ταλάτ και η Άγκυρα προετοιμάζονται να εμφανίσουν μια νέα φόρμουλα, που θα επιτρέψει την εγκατάλειψη της 8ης Ιουλίου. Η διαχείριση της εξέλιξης από τον Πρόεδρο Χριστόφια θα διαφανεί μετά τις 21 Μαρτίου, αλλά πρέπει να επισημανθεί ότι η επιμονή της τουρκικής πλευράς να απαλλαγεί από τη συμφωνία, που θα γίνει ακόμα πιο μεθοδευμένα στη συνέχεια, απαντά και σε όλους τους Ελληνοκύπριους πολιτικούς, που περιέγραφαν τη συμφωνία ως διαδικαστική (ή ως πολιτική απάτη). Διότι, αν ήταν διαδικαστική, πρώτον, δεν θα ενοχλούσε τόσο πολύ την τουρκική πλευρά ώστε να βάζει σε κίνδυνο και τη νέα προσπάθεια προκειμένου να απαλλαγή και δεύτερον, δεν θα υπήρχε κανένα πρόβλημα από την πλευρά μας να την ξεπεράσουμε (έστω και ως ένδειξη καλής θέλησης) και να καταλήξουμε σε μια άλλη διαδικασία ώστε, επιτέλους, να προχωρήσουμε προς τη λύση. Αλλά, πρέπει να προβληματίσει τους σοβαρούς ηγέτες μας και όχι τους τυχαίους πολιτικάντηδες, αν θα επιτρέψουν την εγκατάλειψη της συμφωνίας χάριν της κινητικότητας. Διότι, η ουσία της συμφωνίας και όχι η διαδικαστική πτυχή της, περιέχει κεφάλαια που θα πρέπει να αποτελούν μέχρι τέλους τις κόκκινες γραμμές της ελληνοκυπριακής πλευράς. Από τη στιγμή μάλιστα που έχουν υιοθετηθεί από όλα τα μόνιμα μέλη του Συμβουλίου Ασφαλείας και από την Ε.Ε. Ότι, για παράδειγμα, η βάση της νέας διαπραγμάτευσης δεν θα είναι το σχέδιο Ανάν, αλλά θα προέλθει από την προπαρασκευαστική διαδικασία, που ξεκίνησαν οι Τζιωνής και Περτέβ, ότι εγκαταλείπεται η άσκηση επιδιαιτησίας, ότι η προσπάθεια θα αποσκοπεί στη συνολική διαπραγμάτευση, που θα αρχίσει αφού προηγηθεί επαρκής προετοιμασία. Η επιμονή της Άγκυρας και του Ταλάτ δεν αφορά τη διαδικασία, αλλά τη στρατηγική τους να θεωρηθούν διαπραγματευτικό κεκτημένο κεφαλαιώδη ζητήματα του σχεδίου Ανάν ώστε να μην ανοίξουν ξανά προς συζήτηση, όπως οι εγγυήσεις, οι έποικοι, η σύνθεση της κεντρικής κυβέρνησης, η διχοτόμηση της οικονομίας, οι ξένοι δικαστές κ.α. Αν η πλευρά μας χάσει αυτό το διπλωματικό παιχνίδι τότε, πράγματι, αυτό θα είναι μια μεγάλη απάτη σε βάρος των Ελληνοκυπρίων.
ΦΙΛΕΛΕΥΘΕΡΟΣ |